Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

τί δὲ μήσωμαι

См. также в других словарях:

  • μήσωμαι — μήδομαι to be minded aor subj mid 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διατιμήσωμαι — διατιμάω finish honouring aor subj mid 1st sg (attic ionic) διατῑμήσωμαι , διατιμάω finish honouring aor subj mid 1st sg (attic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μιμήσωμαι — μῑμήσωμαι , μιμέομαι imitate aor subj mp 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τιμήσωμαι — τῑμήσωμαι , τιμάω honour aor subj mid 1st sg (attic ionic) τιμέω aor subj mid 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοτιμήσωμαι — φιλοτῑμήσωμαι , φιλοτιμέομαι love aor subj mp 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»